viviparousness$551481$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

viviparousness$551481$ - translation to ελληνικό

QUALITY OF GIVING BIRTH TO LIVE YOUNG IN ANIMALS, OR, IN PLANTS, SEEDS OR EMBRYOS THAT BEGIN TO DEVELOP BEFORE THEY DETACH FROM THE PARENT
Viviparous; Viviparity, nonmammalian; Live young; Live bearing; Viviparousness; Viviparously; Viviparism; Larviparous; Viviperous; Histotrophic viviparity; Hemotrophic viviparity; Hemotrophy; Live-bearing; Evolution of viviparity
  • An [[aphid]] giving viviparous birth, an unusual mode of reproduction among insects
  • Hemotrophic viviparity: a mammal embryo (centre) attached by its [[umbilical cord]] to a [[placenta]] (top) which provides food

viviparousness      
ζωοτοκία

Ορισμός

viviparous
[v?'v?p(?)r?s, v??-]
¦ adjective Zoology
1. (of an animal) bringing forth live young which have developed inside the body of the parent. Compare with oviparous and ovoviviparous.
2. Botany (of a plant) reproducing from buds which form plantlets while still attached to the parent plant, or from seeds which germinate within the fruit.
Derivatives
viviparity ?v?v?'par?ti noun
viviparously adverb
Origin
C17: from L. viviparus (from vivus 'alive' + -parus 'bearing') + -ous.

Βικιπαίδεια

Viviparity

Among animals, viviparity is development of the embryo inside the body of the mother. This is opposed to oviparity which is a reproductive mode in which females lay developing eggs that complete their development and hatch externally from the mother.

The term 'viviparity' and its adjective form 'viviparous' derive from the Latin vivus meaning "living" and pario meaning "give birth to".